Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας
Μαρία Ιορδανίδου
Επισημάνσεις προς τον αναγνώστη
- Με κόκκινο υπογραμμίζονται τα σχήματα λόγου.
- Με μπλε ο ερμηνευτικός σχολιασμός του κειμένου.
- Με πράσινο τα αφηγηματικά στοιχεία.
- Με μωβ οι ενότητες και στα στοιχεία δομής.
- Με πορτοκαλί ο χαρακτηρισμός των προσώπων.
Η αστική καθημερινότητα της σύγχρονης εποχής μέσα στην οποία κυριαρχούν το τσιμέντο και οι πολυκατοικίες είναι το θέμα με το οποίο ασχολήθηκε η Μαρία Ιορδανίδου στο τελευταίο της πεζογράφημα Η αυλή μας (1981). Το παρακάτω απόσπασμα προέρχεται από την αρχή του βιβλίου και είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικό. Η ηλικιωμένη Κωνσταντινουπολίτισσα συγγραφέας ζει πια σε πολυκατοικία, όπου βιώνει όλα τα προβλήματα της κοινής ζωής, τις ενοχλήσεις από τα άλλα διαμερίσματα και την ψυχική αποξένωση των ενοίκων.
--------------Ενότητα 1: Οι πολυκατοικίες---------------
Ζούμε στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας. (μεταφορά)
Κι εγώ τώρα κάθουμαι (μεταφορά) σε πολυκατοικία. Έχω ένα εσωτερικό δυάρι στον τρίτο όροφο. Εσωτερικά τα λένε τώρα τα διαμερίσματα που δε βλέπουν στο δρόμο αλλά στην αυλή. Μα και η αυλή πια δε λέγεται αυλή αλλά ακάλυπτος χώρος.
Με τις φράσεις "τα λένε τώρα" και "δε λέγεται πια" η συγγραφέας δίνει την αίσθηση ότι ο τωρινός τρόπος ζωής του ανθρώπου είναι στην πραγματικότητα μια μετάπτωση από μια καλύτερη προηγούμενη περίοδο. Έχουμε την εντύπωση ότι τα πράγματα έχουν "καταντήσει" έτσι. Η αλλαγή αυτή στον τρόπο ζωής επομένως δεν περιγράφεται απλώς, αλλά χρωματίζεται και παίρνει ένα πρόσημο: είναι προς το χειρότερο.
Στις περισσότερες απ' αυτές τις πολυκατοικίες, που χτίζονται η μια ύστερα απ' την άλλη, σπάνια θα δεις παράθυρο. Είναι όλο μπαλκονόπορτες και βγαίνουν σ' ένα μπαλκόνι που ζώνει (μεταφορά) την πολυκατοικία ένα γύρο και θυμίζει κατάστρωμα βαποριού (παρομοίωση). Έτσι λοιπόν, μπαλκονόπορτα και κάμαρα, και η κάθε κάμαρα μοιάζει διάδρομος (παρομοίωση). Πώς επιπλώνεται, πώς κατοικείται αυτός ο χώρος, δεν έχεις ανάγκη να το σκεφτείς εσύ. Το αποφάσισε προκαταβολικά ο αρχιτέκτονας. Σου έβαλε την πρίζα για την τηλεόραση εκεί που πρέπει να την τοποθετήσεις, σου έβαλε τις απλίκες* εκεί που θα μπει το «καθιστικό», δηλαδή ο καναπές, το χαμηλό τραπέζι και οι δυο τεράστιες πολυθρόνες της μόδας.
Οι σύγχρονες πολυκατοικίες δημιουργούν την αίσθηση στη συγγραφέα ενός προκατασκευασμένου τρόπου ζωής. Ο άνθρωπος ζει με βάση τον συρμό σε ένα σπίτι που έχει φτιαχτεί όχι για να καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπων αλλά για να τις διαμορφώσει, για να τους επιβάλει με την κονσερβοποιημένη αρχιτεκτονική του έναν πανομοιότυπο τρόπο ζωής. Αυτόν που είναι στη μόδα.
Η αποστροφή σε β' ενικό πρόσωπο κινητοποιεί τον αναγνώσει και τον κάνει να νιώθει ότι αυτό που διαβάζει τον αφορά άμεσα. Δημιουργεί μια αίσθηση συνομιλίας ανάμεσα στη συγγραφέα και σε εμάς και το κείμενο κερδίζει σε ζωντάνια και παραστατικότητα.
Δεν υπάρχει κατάλληλη γωνιά για να εγκαταστήσει η νοικοκυρά την «κόχη» της. Εκεί που θα κουρνιάσει* (μεταφορά) να πιει το καφεδάκι της, να πάρει τη γάτα στην αγκαλιά της, και να αφουγκραστεί* την ανάσα του σπιτιού (προσωποποίηση) της. Ίσως γι' αυτό η σημερινή γυναίκα δεν αγαπά το σπίτι της. Ξένο πράμα. Όλα τυποποιημένα, όλα προμελετημένα.* Η απόσταση που μπορείς να απλώσεις το πόδι σου και το χέρι σου. Πόσο πρέπει να σκύψεις το κεφάλι σου όταν σηκώνεσαι όρθιος μέσα στην μπανιέρα, έτσι που να μην κουτουλήσεις στο σώμα του καλοριφέρ που κρέμεται στον τοίχο.
Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αφιερώνει χρόνο για να διαμορφώσει τον χώρο του. Το σπίτι του δεν είναι κάτι που "δημιουργεί" ο ίδιος αλλά κάτι που "χρησιμοποιεί". Αυτός ο απρόσωπος τρόπος συσχετισμού με τα πράγματα γύρω μας μας αποξενώνει από αυτά.
--------------Ενότητα 2: Οι κάτοικοι των πολυκατοικιών---------------
Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν και οι άνθρωποι. Μέσα στις πολυκατοικίες οι άνθρωποι γίνανε αγγλοπρεπείς.* Βλέπεις κάποιον στη σκάλα ή στο ασανσέρ και δε σε χαιρετά. Στέκεται μπροστά σου σαν κολόνα πάγου (παρομοίωση), φοβάσαι να τον χαιρετήσεις κι εσύ. Δεν ξέρεις καλά καλά συγκάτοικος είναι ή ξένος. Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους.
΄Ενα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής κουλτούρας ήταν από την αρχαιότητα η φιλοξενία. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ορίσει ως θεό της φιλοξενίας τον ίδιο τον Δία, δίνοντάς του το προσωνύμιο "Ξένιος". Με τη φράση "Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους" η συγγραφέας παρατηρεί ότι αυτό το πνεύμα υποδοχής και ενασχόλησης με τον διπλανό χάθηκε στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις όπου οι άνθρωποι ζουν αποξενωμένοι.
--------------Ενότητα 3: Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα---------------
Τα μούτρα των συγκατοίκων μου ας μην τα ξέρω. Ξέρω όμως τη φωνή τους, το βήχα τους. Ξέρω της διπλανής μου τον αναστεναγμό και το βογκητό. Βογκά τα βράδια όταν πέφτει στο κρεβάτι της, βογκά και τη νύχτα. Φαίνεται πως έχει άλατα στις κλειδώσεις της και πονεί. Κάθε πρωί στις έξι ακούω το ξυπνητήρι της. Όλα αυτά ακούονται γιατί το κρεβάτι της είναι δίπλα στο δικό μου και μας χωρίζει ένας τοίχος.
Αν και οι δύο γειτόνισσες χωρίζονται πρακτικά μόνο από έναν τοίχο, στην πραγματικότητα η μεταξύ τους απόσταση είναι πολύ μεγάλη αφού η αφηγήτρια δεν γνωρίζει ούτε το όνομά της.
Από το λουτροκαμπινέ συνορεύω με το διαμέρισμα που η πόρτα του είναι απέναντι στην πόρτα του δικού μου διαμερίσματος.
Εκεί πάλι ακούς σπαραχτικές φωνές παιδιού. Κάθε πρωί η μητέρα του προσπαθεί να το ντύσει, εκείνο, αγουροξυπνημένο, αμύνεται, και φαίνεται πως το δέρνει.
- Κυρία μου, φωνάζω εγώ από το παράθυρο του μπάνιου, αφήστε το παιδί να ηρεμήσει. Είναι σε ηλικία που πρέπει να μάθει να ντύνεται μόνο του.
- Τι λες, κυρά μου; φωνάζει έξαλλη από μέσα η μητέρα. Εγώ πρέπει στις οχτώ να είμαι στη δουλειά μου. Ήρθε και το αυτοκίνητο του σχολείου να την πάρει, δεν το ακούτε στο δρόμο που κορνάρει;
Πραγματικά, από το δρόμο ακούγεται το μπικ-μπικ του αυτοκινήτου. Δε μίλησα. Ήξερα από την Παναγιώτα την καθαρίστρια πως η μητέρα και ο πατέρας ήταν τραπεζικοί υπάλληλοι.
Οι ρυθμοί της δουλειάς του ζευγαριού (και ιδιαίτερα της μητέρας, παρατηρούμε ότι ο πατέρας είναι απών στην προετοιμασία του παιδιού για το σχολείο) δεν επιτρέπουν την ευελιξία που χρειάζεται το μικρό κορίτσι. Αντί να προσαρμοστεί η καθημερινότητα στους ρυθμούς που ταιριάζουν σε ένα παιδί, το παιδί αναγκάζεται να βιαστεί για να ταιριάξει στο ωράριο των "τραπεζικών υπαλλήλων".
Λίγες ώρες ησυχία, και το μεσημέρι πάλι φωνές παιδιού. Το αυτοκίνητο του σχολείου έφτασε, όμως η μητέρα άργησε, και ο σωφέρ δεν μπορεί ν' αφήσει το παιδί στο πεζοδρόμιο. Το παίρνει μαζί του και ξεκινά. Το παιδί από μέσα ωρύεται.*
Για κανένα μήνα ησύχασα όταν το αντρόγυνο πήρε την άδειά του την καλοκαιρινή. Ξεκίνησαν οι δυο με τ' αυτοκίνητό τους για το εξωτερικό και το κοριτσάκι το άφησαν στη γιαγιά του που έμενε στο Χαϊδάρι. Μια μέρα, από τις φωνές του παιδιού και της μητέρας, κατάλαβα πως η άδεια τελείωσε. Γύρισαν πίσω. Ακούω ένα βράδυ σπαραχτικές φωνές παιδιού, φωνές πόνου.
- Φά' το! φά' το είπα! Δεν το τρως;
Σε λίγο η σπαραχτική φωνή πάλι.
- Άνοιξε το στόμα σου! Θα σε μπατσίσω!
Και πάλι η φωνή.
Δε βάσταξα. Πετιέμαι έξω, μ' αρπάζει η Νέλλη,* με τραβοκοπά.
- Πού πας;
- Πάω να πιάσω την πόρτα τους με τις κλοτσιές. Άσε με.
- Τρελάθηκες;
Ναι, πραγματικά τρελάθηκα. Σκέφτομαι σε ποιον ν' αποταθώ.* Στην Αστυνομία; Σε κανένα σύλλογο; Φωνάζω την Παναγιώτα και τη ρωτώ τι συμβαίνει.
- Το παιδάκι από τον καιρό που γύρισαν πίσω δεν τρώει τίποτα. Έγινε πετσί και κόκαλο. Το κακόμαθε η γιαγιά του φαίνεται.
Οι Γάλλοι λένε: Les enfants, quand ils sont petits, ils nous aiment. Quand ils grandissent, ils nous jugent, et parfois ils nous pardonnent, Τα παιδιά, όταν είναι μικρά μας αγαπάνε, όταν μεγαλώνουν μας κρίνουνε, και καμιά φορά μάς συγχωρούνε.
Αυτή η μικρούλα, φαίνεται, μεγάλωσε πριν από την ώρα της, έκρινε τη μητέρα της και δεν τη συγχώρεσε ούτε για το ξύλο ούτε για την εγκατάλειψη. Την εκδικείται, πώς αλλιώς μπορεί να την εκδικηθεί. Έχουν την αξιοπρέπειά τους και τα παιδιά.
Οι σχέσεις μητέρας και κόρης είναι ιδιαίτερα τεταμένες. Το παιδί όσο είναι στο σπίτι ουρλιάζει και η μητέρα προσπαθεί να το διαπαιδαγωγήσει μαλώνοντάς το. Η μικρή φαίνεται να αντιδρά στην κατάσταση αυτή με άρνηση για φαγητό. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο τα παιδιά να αντικειμενοποιούν την έντασή τους προς τη μητέρα-τροφό αρνούμενα την τροφή.
Η ζωή μου μέσα σ' αυτή την πολυκατοικία είχε καταντήσει αφόρητη. Ευτυχώς όμως η οικογένεια αγόρασε δικό της διαμέρισμα και μετακόμισε. Το διαμέρισμα ξανανοικιάστηκε πολύ γρήγορα. Το έπιασε ένας εργένης και ησυχάσαμε.
Ενδεικτικό στοιχείο των αποξενωμένων σχέσεων των ανθρώπων που ζουν στις πολυκατοικίες είναι ότι δεν συνδέονται ούτε καν με τη θλίψη του διπλανού τους. Όσο ο γείτονας ακούγεται μέσα από τον τοίχο υπάρχει. Μόλις μετακομίσει σε άλλη πολυκατοικία γίνεται και πάλι απλώς ένας άγνωστος μέσα στο πλήθος και το πρόβλημά του επίσης μια ακόμη ιστορία ανάμεσα στις πολλές.
* απλίκες: φωτιστικά που στερεώνονται στον τοίχο * θα κουρνιάσει: θα κάτσει ήσυχα, θα ηρεμήσει * να αφουγκραστεί: να ακούσει * προμελετημένα: σχεδιασμένα και προαποφασισμένα * αγγλοπρεπείς: απέκτησαν ξενικές συνήθειες, έγιναν τυπικοί * ωρύεται: κλαίει και κραυγάζει * Νέλλη: η κόρη της αφηγήτριας * ν' αποταθώ: να απευθυνθώ.
Ζούμε στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας. (μεταφορά)
Κι εγώ τώρα κάθουμαι (μεταφορά) σε πολυκατοικία. Έχω ένα εσωτερικό δυάρι στον τρίτο όροφο. Εσωτερικά τα λένε τώρα τα διαμερίσματα που δε βλέπουν στο δρόμο αλλά στην αυλή. Μα και η αυλή πια δε λέγεται αυλή αλλά ακάλυπτος χώρος.
Με τις φράσεις "τα λένε τώρα" και "δε λέγεται πια" η συγγραφέας δίνει την αίσθηση ότι ο τωρινός τρόπος ζωής του ανθρώπου είναι στην πραγματικότητα μια μετάπτωση από μια καλύτερη προηγούμενη περίοδο. Έχουμε την εντύπωση ότι τα πράγματα έχουν "καταντήσει" έτσι. Η αλλαγή αυτή στον τρόπο ζωής επομένως δεν περιγράφεται απλώς, αλλά χρωματίζεται και παίρνει ένα πρόσημο: είναι προς το χειρότερο.
Στις περισσότερες απ' αυτές τις πολυκατοικίες, που χτίζονται η μια ύστερα απ' την άλλη, σπάνια θα δεις παράθυρο. Είναι όλο μπαλκονόπορτες και βγαίνουν σ' ένα μπαλκόνι που ζώνει (μεταφορά) την πολυκατοικία ένα γύρο και θυμίζει κατάστρωμα βαποριού (παρομοίωση). Έτσι λοιπόν, μπαλκονόπορτα και κάμαρα, και η κάθε κάμαρα μοιάζει διάδρομος (παρομοίωση). Πώς επιπλώνεται, πώς κατοικείται αυτός ο χώρος, δεν έχεις ανάγκη να το σκεφτείς εσύ. Το αποφάσισε προκαταβολικά ο αρχιτέκτονας. Σου έβαλε την πρίζα για την τηλεόραση εκεί που πρέπει να την τοποθετήσεις, σου έβαλε τις απλίκες* εκεί που θα μπει το «καθιστικό», δηλαδή ο καναπές, το χαμηλό τραπέζι και οι δυο τεράστιες πολυθρόνες της μόδας.
Οι σύγχρονες πολυκατοικίες δημιουργούν την αίσθηση στη συγγραφέα ενός προκατασκευασμένου τρόπου ζωής. Ο άνθρωπος ζει με βάση τον συρμό σε ένα σπίτι που έχει φτιαχτεί όχι για να καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπων αλλά για να τις διαμορφώσει, για να τους επιβάλει με την κονσερβοποιημένη αρχιτεκτονική του έναν πανομοιότυπο τρόπο ζωής. Αυτόν που είναι στη μόδα.
Η αποστροφή σε β' ενικό πρόσωπο κινητοποιεί τον αναγνώσει και τον κάνει να νιώθει ότι αυτό που διαβάζει τον αφορά άμεσα. Δημιουργεί μια αίσθηση συνομιλίας ανάμεσα στη συγγραφέα και σε εμάς και το κείμενο κερδίζει σε ζωντάνια και παραστατικότητα.
Δεν υπάρχει κατάλληλη γωνιά για να εγκαταστήσει η νοικοκυρά την «κόχη» της. Εκεί που θα κουρνιάσει* (μεταφορά) να πιει το καφεδάκι της, να πάρει τη γάτα στην αγκαλιά της, και να αφουγκραστεί* την ανάσα του σπιτιού (προσωποποίηση) της. Ίσως γι' αυτό η σημερινή γυναίκα δεν αγαπά το σπίτι της. Ξένο πράμα. Όλα τυποποιημένα, όλα προμελετημένα.* Η απόσταση που μπορείς να απλώσεις το πόδι σου και το χέρι σου. Πόσο πρέπει να σκύψεις το κεφάλι σου όταν σηκώνεσαι όρθιος μέσα στην μπανιέρα, έτσι που να μην κουτουλήσεις στο σώμα του καλοριφέρ που κρέμεται στον τοίχο.
Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αφιερώνει χρόνο για να διαμορφώσει τον χώρο του. Το σπίτι του δεν είναι κάτι που "δημιουργεί" ο ίδιος αλλά κάτι που "χρησιμοποιεί". Αυτός ο απρόσωπος τρόπος συσχετισμού με τα πράγματα γύρω μας μας αποξενώνει από αυτά.
--------------Ενότητα 2: Οι κάτοικοι των πολυκατοικιών---------------
Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν και οι άνθρωποι. Μέσα στις πολυκατοικίες οι άνθρωποι γίνανε αγγλοπρεπείς.* Βλέπεις κάποιον στη σκάλα ή στο ασανσέρ και δε σε χαιρετά. Στέκεται μπροστά σου σαν κολόνα πάγου (παρομοίωση), φοβάσαι να τον χαιρετήσεις κι εσύ. Δεν ξέρεις καλά καλά συγκάτοικος είναι ή ξένος. Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους.
΄Ενα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής κουλτούρας ήταν από την αρχαιότητα η φιλοξενία. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ορίσει ως θεό της φιλοξενίας τον ίδιο τον Δία, δίνοντάς του το προσωνύμιο "Ξένιος". Με τη φράση "Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους" η συγγραφέας παρατηρεί ότι αυτό το πνεύμα υποδοχής και ενασχόλησης με τον διπλανό χάθηκε στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις όπου οι άνθρωποι ζουν αποξενωμένοι.
--------------Ενότητα 3: Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα---------------
Τα μούτρα των συγκατοίκων μου ας μην τα ξέρω. Ξέρω όμως τη φωνή τους, το βήχα τους. Ξέρω της διπλανής μου τον αναστεναγμό και το βογκητό. Βογκά τα βράδια όταν πέφτει στο κρεβάτι της, βογκά και τη νύχτα. Φαίνεται πως έχει άλατα στις κλειδώσεις της και πονεί. Κάθε πρωί στις έξι ακούω το ξυπνητήρι της. Όλα αυτά ακούονται γιατί το κρεβάτι της είναι δίπλα στο δικό μου και μας χωρίζει ένας τοίχος.
Αν και οι δύο γειτόνισσες χωρίζονται πρακτικά μόνο από έναν τοίχο, στην πραγματικότητα η μεταξύ τους απόσταση είναι πολύ μεγάλη αφού η αφηγήτρια δεν γνωρίζει ούτε το όνομά της.
Από το λουτροκαμπινέ συνορεύω με το διαμέρισμα που η πόρτα του είναι απέναντι στην πόρτα του δικού μου διαμερίσματος.
Εκεί πάλι ακούς σπαραχτικές φωνές παιδιού. Κάθε πρωί η μητέρα του προσπαθεί να το ντύσει, εκείνο, αγουροξυπνημένο, αμύνεται, και φαίνεται πως το δέρνει.
- Κυρία μου, φωνάζω εγώ από το παράθυρο του μπάνιου, αφήστε το παιδί να ηρεμήσει. Είναι σε ηλικία που πρέπει να μάθει να ντύνεται μόνο του.
- Τι λες, κυρά μου; φωνάζει έξαλλη από μέσα η μητέρα. Εγώ πρέπει στις οχτώ να είμαι στη δουλειά μου. Ήρθε και το αυτοκίνητο του σχολείου να την πάρει, δεν το ακούτε στο δρόμο που κορνάρει;
Πραγματικά, από το δρόμο ακούγεται το μπικ-μπικ του αυτοκινήτου. Δε μίλησα. Ήξερα από την Παναγιώτα την καθαρίστρια πως η μητέρα και ο πατέρας ήταν τραπεζικοί υπάλληλοι.
Οι ρυθμοί της δουλειάς του ζευγαριού (και ιδιαίτερα της μητέρας, παρατηρούμε ότι ο πατέρας είναι απών στην προετοιμασία του παιδιού για το σχολείο) δεν επιτρέπουν την ευελιξία που χρειάζεται το μικρό κορίτσι. Αντί να προσαρμοστεί η καθημερινότητα στους ρυθμούς που ταιριάζουν σε ένα παιδί, το παιδί αναγκάζεται να βιαστεί για να ταιριάξει στο ωράριο των "τραπεζικών υπαλλήλων".
Λίγες ώρες ησυχία, και το μεσημέρι πάλι φωνές παιδιού. Το αυτοκίνητο του σχολείου έφτασε, όμως η μητέρα άργησε, και ο σωφέρ δεν μπορεί ν' αφήσει το παιδί στο πεζοδρόμιο. Το παίρνει μαζί του και ξεκινά. Το παιδί από μέσα ωρύεται.*
Για κανένα μήνα ησύχασα όταν το αντρόγυνο πήρε την άδειά του την καλοκαιρινή. Ξεκίνησαν οι δυο με τ' αυτοκίνητό τους για το εξωτερικό και το κοριτσάκι το άφησαν στη γιαγιά του που έμενε στο Χαϊδάρι. Μια μέρα, από τις φωνές του παιδιού και της μητέρας, κατάλαβα πως η άδεια τελείωσε. Γύρισαν πίσω. Ακούω ένα βράδυ σπαραχτικές φωνές παιδιού, φωνές πόνου.
- Φά' το! φά' το είπα! Δεν το τρως;
Σε λίγο η σπαραχτική φωνή πάλι.
- Άνοιξε το στόμα σου! Θα σε μπατσίσω!
Και πάλι η φωνή.
Δε βάσταξα. Πετιέμαι έξω, μ' αρπάζει η Νέλλη,* με τραβοκοπά.
- Πού πας;
- Πάω να πιάσω την πόρτα τους με τις κλοτσιές. Άσε με.
- Τρελάθηκες;
Ναι, πραγματικά τρελάθηκα. Σκέφτομαι σε ποιον ν' αποταθώ.* Στην Αστυνομία; Σε κανένα σύλλογο; Φωνάζω την Παναγιώτα και τη ρωτώ τι συμβαίνει.
- Το παιδάκι από τον καιρό που γύρισαν πίσω δεν τρώει τίποτα. Έγινε πετσί και κόκαλο. Το κακόμαθε η γιαγιά του φαίνεται.
Οι Γάλλοι λένε: Les enfants, quand ils sont petits, ils nous aiment. Quand ils grandissent, ils nous jugent, et parfois ils nous pardonnent, Τα παιδιά, όταν είναι μικρά μας αγαπάνε, όταν μεγαλώνουν μας κρίνουνε, και καμιά φορά μάς συγχωρούνε.
Αυτή η μικρούλα, φαίνεται, μεγάλωσε πριν από την ώρα της, έκρινε τη μητέρα της και δεν τη συγχώρεσε ούτε για το ξύλο ούτε για την εγκατάλειψη. Την εκδικείται, πώς αλλιώς μπορεί να την εκδικηθεί. Έχουν την αξιοπρέπειά τους και τα παιδιά.
Οι σχέσεις μητέρας και κόρης είναι ιδιαίτερα τεταμένες. Το παιδί όσο είναι στο σπίτι ουρλιάζει και η μητέρα προσπαθεί να το διαπαιδαγωγήσει μαλώνοντάς το. Η μικρή φαίνεται να αντιδρά στην κατάσταση αυτή με άρνηση για φαγητό. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο τα παιδιά να αντικειμενοποιούν την έντασή τους προς τη μητέρα-τροφό αρνούμενα την τροφή.
Η ζωή μου μέσα σ' αυτή την πολυκατοικία είχε καταντήσει αφόρητη. Ευτυχώς όμως η οικογένεια αγόρασε δικό της διαμέρισμα και μετακόμισε. Το διαμέρισμα ξανανοικιάστηκε πολύ γρήγορα. Το έπιασε ένας εργένης και ησυχάσαμε.
Ενδεικτικό στοιχείο των αποξενωμένων σχέσεων των ανθρώπων που ζουν στις πολυκατοικίες είναι ότι δεν συνδέονται ούτε καν με τη θλίψη του διπλανού τους. Όσο ο γείτονας ακούγεται μέσα από τον τοίχο υπάρχει. Μόλις μετακομίσει σε άλλη πολυκατοικία γίνεται και πάλι απλώς ένας άγνωστος μέσα στο πλήθος και το πρόβλημά του επίσης μια ακόμη ιστορία ανάμεσα στις πολλές.
* απλίκες: φωτιστικά που στερεώνονται στον τοίχο * θα κουρνιάσει: θα κάτσει ήσυχα, θα ηρεμήσει * να αφουγκραστεί: να ακούσει * προμελετημένα: σχεδιασμένα και προαποφασισμένα * αγγλοπρεπείς: απέκτησαν ξενικές συνήθειες, έγιναν τυπικοί * ωρύεται: κλαίει και κραυγάζει * Νέλλη: η κόρη της αφηγήτριας * ν' αποταθώ: να απευθυνθώ.
Γενικά στοιχεία
- Θέμα: Η ζωή σε μια πολυκατοικία.
- Είδος: Μυθιστόρημα
- Τόπος: Αθήνα
- Χρόνος: 1970
Αφηγηματικές τεχνικές
- Αφηγητής: ομοδιηγητικός
- Αφήγηση: γ' ενικό (όταν διηγείται ή περιγράφει), α' ενικό (όταν εκθέτει τις προσωπικές της απόψεις ή βιώματα), β' ενικό (όταν απευθύνεται στον αναγνώστη). Γραμμική αφήγηση
- Αφηγηματικές τεχνικές: διήγηση, περιγραφή, διάλογος, σχόλιο.
- Ύφος: προσωπικό, εξομολογητικό
Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου (σελ. 209)
1. Ποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα έχουν τα διαμερίσματα των σύγχρονων πολυκατοικιών, εξαιτίας των οποίων η Ιορδανίδου θεωρεί ότι «η σημερινή γυναίκα δεν αγαπά το σπίτι της»;
Οι σύγχρονες πολυκατοικίες δημιουργούν την αίσθηση ενός προκατασκευασμένου τρόπου ζωής. Ο άνθρωπος ζει με βάση τον συρμό σε ένα σπίτι που έχει φτιαχτεί όχι για να καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπων αλλά για να τις διαμορφώσει, για να τους επιβάλει με την κονσερβοποιημένη αρχιτεκτονική του έναν πανομοιότυπο τρόπο ζωής. Αυτόν που είναι στη μόδα (Το αποφάσισε προκαταβολικά ο αρχιτέκτονας ...της μόδας). Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αφιερώνει χρόνο για να διαμορφώσει τον χώρο του. Το σπίτι του δεν είναι κάτι που "δημιουργεί" ο ίδιος αλλά κάτι που "χρησιμοποιεί". Αυτός ο απρόσωπος τρόπος συσχετισμού με τα πράγματα γύρω μας μας αποξενώνει από αυτά (Ξένο πράμα. Όλα τυποποιημένα, όλα προμελετημένα). Μέσα σε αυτά τα αστικά "κλουβιά" ο σύγχρονος άνθρωπος αποξενώνεται από τους συνανθρώπους του, χάνει την επαφή του με τη φύση και μηχανοποιείται. Η γυναίκα, που στην παραδοσιακή κοινωνία ήταν το πρόσωπο που συνδεόταν πιο άμεσα από όλους με το σπίτι, σήμερα δεν αγαπά το σπίτι της, γιατί δεν είναι κάτι δικό της, αλλά περισσότερο ένα μέρος στο οποίο απλώς ζει τις ώρες που δεν είναι στη δουλειά της.
2. «Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους». Αφού διαβάσετε προσεκτικά όλη την παράγραφο, σχολιάστε τη σημασία αυτής της άποψης και εξηγήστε τι δηλώνει η έννοια «ρωμιοσύνη» για τη συγγραφέα.
΄Ενα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής κουλτούρας ήταν από την αρχαιότητα η φιλοξενία. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ορίσει ως θεό της φιλοξενίας τον ίδιο τον Δία, δίνοντάς του το προσωνύμιο "Ξένιος". Με τη φράση "Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους" η συγγραφέας παρατηρεί ότι αυτό το πνεύμα υποδοχής και ενασχόλησης με τον διπλανό, φιλικότητας, συμπόνια και ευγένειας χάθηκε στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις όπου οι άνθρωποι ζουν αποξενωμένοι. Οι Έλληνες της Αθήνας "γίνανε αγγλοπρεπείς" και συμπεριφέρονται με τυπικότητα, ψυχρότητα και απάθεια στον διπλανό τους.
3. Η αφηγήτρια ενδιαφέρεται πολύ για την ανατροφή που δίνει στο παιδί της η γυναίκα του διπλανού διαμερίσματος. Πώς κρίνετε την παρέμβασή της και τα σχόλια που κάνει; Ποια γνωρίσματα του χαρακτήρα της αποκαλύπτει αυτή η κριτική στάση;
Η μόνη επαφή που έχει η αφηγήτρια με τη γειτονική οικογένεια είναι το γεγονός ότι μπορεί να ακούει μέσα από τον τοίχο τους συνεχείς τσακωμούς της γυναίκας του διπλανού διαμερίσματος με την κόρη της. Αν και γνωρίζει ελάχιστα για τους ανθρώπους αυτούς, αναπόφευκτα γίνεται μάρτυρας της καθημερινότητάς τους. Γι' αυτό αγανακτεί με τον δεσποτικό τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται στο μικρό κορίτσι. Τα κλάματα και οι φωνές του παιδιού δεν την κάνουν να εκνευρίζεται με την "ανυπότακτη" μικρή αλλά με τους γονείς της, και ιδιαίτερα με τη μητέρα της, που αρνείται να αναγνωρίσει τις ανάγκες της κόρης της και στην ουσία την εγκαταλείπει συναισθηματικά. Η αφηγήτρια παρεμβαίνει στην κατάσταση αυτή πότε ευγενικά (Κυρία μου...αφήστε το παιδί να ηρεμήσει) και πότε με αγανάκτηση (Δε βάσταξα. Πετιέμαι έξω).
4. Περιγράψτε με λίγες χαρακτηριστικές λέξεις το σύγχρονο τρόπο ζωής στα αστικά κέντρα.
Ο άνθρωπος στα σύγχρονα αστικά κέντρα ζει αποξενωμένος από τους γείτονές του. Η αίσθηση της γειτονιάς που υπάρχει ακόμη και σήμερα στις επαρχιακές περιοχές έχει χαθεί από τα συγκροτήματα πολυκατοικιών των μεγαλουπόλεων. Κανείς δεν γνωρίζει κανέναν. Η αποξένωση αυτή δίνει την ελευθερία της αυτονομίας, αλλά και τη θλίψη της μοναξιάς καθώς ο άνθρωπος δεν έχει ένα υποστηρικτικό περιβάλλον στο οποίο να μπορεί να ακουμπήσει σε μια δύσκολη στιγμή. Οι σχέσεις αυτές των ανθρώπων αποτυπώνονται και στα άψυχα αντικείμενα τα οποία με τη σειρά τους τις τροφοδοτούν δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο: τα διαμερίσματα των πολυκατοικιών είναι μικρά, ανήλιαγα, τυποποιημένα, πανομοιότυπα.
5. Χωρίστε το κείμενο σε ενότητες προσθέτοντας ενδεικτικούς πλαγιότιτλους σε καθεμιά από αυτές.
Βλέπε τη μωβ υπογράμμιση στον σχολιασμό του κειμένου.
Οι σύγχρονες πολυκατοικίες δημιουργούν την αίσθηση ενός προκατασκευασμένου τρόπου ζωής. Ο άνθρωπος ζει με βάση τον συρμό σε ένα σπίτι που έχει φτιαχτεί όχι για να καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπων αλλά για να τις διαμορφώσει, για να τους επιβάλει με την κονσερβοποιημένη αρχιτεκτονική του έναν πανομοιότυπο τρόπο ζωής. Αυτόν που είναι στη μόδα (Το αποφάσισε προκαταβολικά ο αρχιτέκτονας ...της μόδας). Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αφιερώνει χρόνο για να διαμορφώσει τον χώρο του. Το σπίτι του δεν είναι κάτι που "δημιουργεί" ο ίδιος αλλά κάτι που "χρησιμοποιεί". Αυτός ο απρόσωπος τρόπος συσχετισμού με τα πράγματα γύρω μας μας αποξενώνει από αυτά (Ξένο πράμα. Όλα τυποποιημένα, όλα προμελετημένα). Μέσα σε αυτά τα αστικά "κλουβιά" ο σύγχρονος άνθρωπος αποξενώνεται από τους συνανθρώπους του, χάνει την επαφή του με τη φύση και μηχανοποιείται. Η γυναίκα, που στην παραδοσιακή κοινωνία ήταν το πρόσωπο που συνδεόταν πιο άμεσα από όλους με το σπίτι, σήμερα δεν αγαπά το σπίτι της, γιατί δεν είναι κάτι δικό της, αλλά περισσότερο ένα μέρος στο οποίο απλώς ζει τις ώρες που δεν είναι στη δουλειά της.
2. «Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους». Αφού διαβάσετε προσεκτικά όλη την παράγραφο, σχολιάστε τη σημασία αυτής της άποψης και εξηγήστε τι δηλώνει η έννοια «ρωμιοσύνη» για τη συγγραφέα.
΄Ενα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής κουλτούρας ήταν από την αρχαιότητα η φιλοξενία. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ορίσει ως θεό της φιλοξενίας τον ίδιο τον Δία, δίνοντάς του το προσωνύμιο "Ξένιος". Με τη φράση "Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους" η συγγραφέας παρατηρεί ότι αυτό το πνεύμα υποδοχής και ενασχόλησης με τον διπλανό, φιλικότητας, συμπόνια και ευγένειας χάθηκε στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις όπου οι άνθρωποι ζουν αποξενωμένοι. Οι Έλληνες της Αθήνας "γίνανε αγγλοπρεπείς" και συμπεριφέρονται με τυπικότητα, ψυχρότητα και απάθεια στον διπλανό τους.
3. Η αφηγήτρια ενδιαφέρεται πολύ για την ανατροφή που δίνει στο παιδί της η γυναίκα του διπλανού διαμερίσματος. Πώς κρίνετε την παρέμβασή της και τα σχόλια που κάνει; Ποια γνωρίσματα του χαρακτήρα της αποκαλύπτει αυτή η κριτική στάση;
Η μόνη επαφή που έχει η αφηγήτρια με τη γειτονική οικογένεια είναι το γεγονός ότι μπορεί να ακούει μέσα από τον τοίχο τους συνεχείς τσακωμούς της γυναίκας του διπλανού διαμερίσματος με την κόρη της. Αν και γνωρίζει ελάχιστα για τους ανθρώπους αυτούς, αναπόφευκτα γίνεται μάρτυρας της καθημερινότητάς τους. Γι' αυτό αγανακτεί με τον δεσποτικό τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται στο μικρό κορίτσι. Τα κλάματα και οι φωνές του παιδιού δεν την κάνουν να εκνευρίζεται με την "ανυπότακτη" μικρή αλλά με τους γονείς της, και ιδιαίτερα με τη μητέρα της, που αρνείται να αναγνωρίσει τις ανάγκες της κόρης της και στην ουσία την εγκαταλείπει συναισθηματικά. Η αφηγήτρια παρεμβαίνει στην κατάσταση αυτή πότε ευγενικά (Κυρία μου...αφήστε το παιδί να ηρεμήσει) και πότε με αγανάκτηση (Δε βάσταξα. Πετιέμαι έξω).
4. Περιγράψτε με λίγες χαρακτηριστικές λέξεις το σύγχρονο τρόπο ζωής στα αστικά κέντρα.
Ο άνθρωπος στα σύγχρονα αστικά κέντρα ζει αποξενωμένος από τους γείτονές του. Η αίσθηση της γειτονιάς που υπάρχει ακόμη και σήμερα στις επαρχιακές περιοχές έχει χαθεί από τα συγκροτήματα πολυκατοικιών των μεγαλουπόλεων. Κανείς δεν γνωρίζει κανέναν. Η αποξένωση αυτή δίνει την ελευθερία της αυτονομίας, αλλά και τη θλίψη της μοναξιάς καθώς ο άνθρωπος δεν έχει ένα υποστηρικτικό περιβάλλον στο οποίο να μπορεί να ακουμπήσει σε μια δύσκολη στιγμή. Οι σχέσεις αυτές των ανθρώπων αποτυπώνονται και στα άψυχα αντικείμενα τα οποία με τη σειρά τους τις τροφοδοτούν δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο: τα διαμερίσματα των πολυκατοικιών είναι μικρά, ανήλιαγα, τυποποιημένα, πανομοιότυπα.
5. Χωρίστε το κείμενο σε ενότητες προσθέτοντας ενδεικτικούς πλαγιότιτλους σε καθεμιά από αυτές.
Βλέπε τη μωβ υπογράμμιση στον σχολιασμό του κειμένου.